Ποια είναι η πολιτική σημασία του "πεδίου δράσης των εργαζομένων" (Από "Λυτ ντε Κλας" [Ταξική Πάλη] αρ. 105, Μαΐου - Ιουνίου. 2007)

Imprimer
12 Μαΐου 2007

Ορισμένα άτομα πολιτικώς εντεταγμένα θίχθηκαν από το περιεχόμενο του μανιφέστο για την Arlette Laguiller όπου γράφαμε: "τι άλλο μπορεί να ειπωθεί ειλικρινά για το πεδίο δράσης των εργαζομένων"

Μερικοί είπαν: "μα υπάρχουν εκείνοι που υπερασπίζονται τους εργαζόμενους"!! ή άλλοι υποψήφιοι είπαν ότι ήταν αυτοί οι ίδιοι εργαζόμενοι.

Διότι μπορεί να είσαι ένας εργαζόμενος αλλά να μην υπερασπίζεσαι τους εργαζόμενους. Μπορεί επίσης να θέλεις να τους υπερασπιστείς όπως ο Marie George Byffet, η Segolen Royal ή ακόμη και ο Sarkozy που θέλει να αποκαταστήσει την εργασία και να αυξήσει το εισόδημα των εργαζόμενων με την περικοπή των φόρων και των κοινωνικών εισφορών που αντιστοιχούν στις υπερωρίες.

Μπορείς επίσης να υπερασπίζεσαι τους εργαζόμενους με ορισμένα ωραία λόγια ανάμεικτα με εκφράσεις οικολογικές, τριτοκοσμικές, αντικαπιταλιστικές ή αντιφιλελεύθερες που δεν εκφράζουν μια πραγματική αλλαγή στα σχέσης των κοινωνικών δυνάμεων μεταξύ των εργαζομένων και την καπιταλιστών.

Ο φιλελευθερισμός, η παγκοσμιοποίηση ή η ληστεία του πλανήτη γη είναι προϊόντα του καπιταλισμού και όχι μεμονωμένα ελαττώματα. Οπότε, μέχρις ότου δεν θα αλλάξει οριστικά αυτό το κοινωνικό σύστημα, πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στο γεγονός ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός θα πρέπει να ελέγχουν προσεκτικά τις πράξεις και ειδικά τα οικονομικά, δηλαδή τους λογαριασμούς και τα σχέδια, τόσο των μεγάλων επιχειρήσεων όσο και των μικρών που συχνά εξαρτώνται από αυτές.

Για τον λόγο αυτό μπορούμε να πούμε ότι κανείς άλλος δεν μπορεί να αναδειχθεί με αξιώσεις στον χώρο αυτό και ειδικά στο χώρο δράσης των εργαζομένων ενάντια στην αστική τάξη.

Την ίδια στιγμή ο τύπος και ορισμένοι άλλοι έκαναν φθηνή ειρωνεία για την έκφραση "εργάτριες, εργάτες" που χρησιμοποιούσε σε σταθερή βάση η Arlette Laguiller στις συγκεντρώσεις της.

Αντιθέτως δεν ειρωνεύτηκαν καθόλου όλους εκείνους τους πολιτικούς, άνδρες και γυναίκες, που απευθύνονταν "στις γαλλίδες και στους γάλλους", στους "πολίτες" ή στους "αγαπητούς συμπατριώτες". Και όμως θα μπορούσαν να το έχουν κάνει γιατί είναι αυτοί οι ίδιοι που χρησιμοποιούν τις απαρχαιωμένες αυτές εκφράσεις πολύ πριν την Arlette.

Αλλά οι εκφράσεις αυτές δεν είναι μόνο απαρχαιωμένες είναι και ψεύτικες.

Γιατί όλοι οι "γάλλοι", όλοι οι "πολίτες" ή και όλοι οι "αγαπητοί συμπατριώτες" δεν είναι ίσοι όχι μόνο εμπρός στον νόμο αλλά ούτε και στην κοινωνία. Υπάρχουν από την μια μεριά οι πλούσιοι και από την άλλη οι φτωχοί. Υπάρχουν τα αφεντικά, μεγάλα ή μικρά, και εκείνοι που τους πλουτίζουν δηλαδή οι εργάτες. Οι πρώτοι εκμεταλλεύονται την εργασία των άλλων που ζουν μόνο από την δουλεία τους ή καλύτερα από το μεροκάματό τους γιατί δεν επωφελούνται από ολόκληρο το προϊόν της εργασίας τους.

Μεταξύ των εργαζομένων υπάρχουν οι μισθωτοί αλλά υπάρχουν και οι ιδιοκτήτες των εστιατορίων, οι ιδιοκτήτες των κουρείων, οι βιοτέχνες, τα αφεντικά των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι και αυτοί εργάζονται. Επισήμως είναι αλήθεια! Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι δεν ζουν μόνο από την δουλειά τους, ζουν και από την δουλειά ενός η περισσοτέρων μισθωτών που εκμεταλλεύονται. Αλλά και στις μεγάλες επιχειρήσεις μερικές φορές οι συνθήκες εργασίας είναι απαίσιες, στην γραμμή παραγωγής, στα ορυχεία, γιατί υπάρχουν ακόμα και αυτά, στην οικοδομή και σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες που ανήκουν σε αφεντικά, από την χημική βιομηχανία στα μικρά ραφτάδικα φασόν.

Σίγουρα υπάρχουν διαφορές μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών μισθωτών. Υπάρχουν οι εργάτες, οι υπάλληλοι, οι τεχνικοί και οι ιθύνοντες, οι νοσοκόμοι, οι εκπαιδευτικοί, οι σιδηροδρομικοί, οι ταχυδρομικοί... και ο κατάλογος αυτός συνεχίζεται. Δυστυχώς πολλοί από τους εργαζόμενους αυτούς δεν θέλουν να ταυτιστούν με τους άλλους και μερικές φορές θεωρούν τον εαυτό τους ανώτερο. Είναι αυτοί χωρίς ταξική συνείδηση που δεν θέλουν να αμείβονται με τον ίδιο τρόπο με τους άλλους. Αυτούς δεν τους νοιάζει ο πλούτος των αφεντικών μα νοιώθουν καταξιωμένοι όταν υπάρχουν εργαζόμενοι που αμείβονται λιγότερο από αυτούς.

Όταν διεκδικούν κάτι, π.χ όταν απεργούν, οι διεκδικήσεις τους είναι διαφορετικές από τους άλλους γιατί απεργούν μόνο για κλαδικές διεκδικήσεις.

Πολύ συχνά οι κινητοποιήσεις που παρακολουθούμε είναι αντιδράσεις των εργαζομένων ενάντια στις απολύσεις, ή καλύτερα ενάντια στην απόλυσή τους γιατί το αφεντικό αποφάσισε να εφαρμόσει τον "κοινωνικό σχεδιασμό" και να πετάξει στον δρόμο ένα μέρος των εργαζομένων. Τότε ο αγώνας τους γίνεται με την πλάτη στον τοίχο. Η απεργία τους δεν ενοχλεί το αφεντικό που σε κάθε περίπτωση θέλει τον περιορισμό της παραγωγής. Πολεμούν έχοντας αντιμέτωπη την αδιαφορία των εργαζομένων των άλλων κοινωνικών τάξεων που όχι μόνο δεν συμμερίζονται το αίτημα τους αλλά μερικές φορές νοιώθουν ανακούφιση επειδή για την ώρα την γλίτωσαν.

Κατά το παρελθόν, ειδικά όταν υπήρχαν πολλοί εργάτες, όχι μόνο στην βιομηχανία, αλλά και στα χειρωνακτικά επαγγέλματα, το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων κατανοούσε ότι ανήκαν όλοι στην ίδια κοινωνική τάξη και ότι στην κοινωνία υπήρχαν δύο βασικές κοινωνικές τάξεις: από το ένα μέρος τα αφεντικά και από το άλλο οι εργαζόμενοι. Δύο κύριες κοινωνικές τάξεις με συγκρουόμενα συμφέροντα γιατί μοιράζονταν με ανομοιογενή τρόπο τα κοινωνικά αγαθά που παρήγαγε η εργασία των μισθωτών

Σήμερα η έννοια αυτή τείνει να εξαφανιστεί και θα μπορούσαμε να πούμε ότι εξαφανίστηκε. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι έτσι. Το διαπιστώνουμε σε ορισμένες κοινωνικές συγκρούσεις όπου αυτή εμφανίζεται ξανά έστω και περιορισμένα. Φαίνεται ότι η έννοια αυτή υπάρχει ακόμη στην συνείδηση των μισθωτών, ενώ δεν χάθηκε ποτέ από τα αφεντικά. Αρκεί να ακούσει κανείς τα διευθυντικά στελέχη των αφεντικών και να διαπιστώσει πόσο καλά υπερασπίζονται τα συμφέροντα της κοινωνικής τους τάξης.

Η κατάσταση αυτή οφείλεται εν μέρει σε λόγους που δεν σχετίζονται απόλυτα με τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Οι ρίζες της εργατικής ενότητας

Κατά κύριο λόγο τα πολιτικά κόμματα, όπως τα σοσιαλιστικά κόμματα του ΙΘ αιώνα, που υποστήριζαν την εργατική τάξη δεν την υποστηρίζουν πια. Δεν υποστηρίζουν τα ηθικά της ερείσματα αλλά ούτε και τα υλικά της συμφέροντα. Έχουν μόνο μία επιθυμία, να ενταχθούν στο αστικό κράτος, να έχουν βουλευτές, γερουσιαστές, υπουργούς, συμβούλους επί παντός επιστητού, όχι για να αλλάξουν τις τύχες του λαού αλλά για να αλλάξουν την δική τους. Ταυτόχρονα τα συνδικάτα των εργαζομένων άλλαξαν και αυτά φύση. Τείνουν περισσότερο να συνομιλούν με τα αφεντικά παρά να οργανώνουν τους εργάτες στην αυτοάμυνα και ειδικά στην συλλογική αυτοάμυνα. Τα συνδικάτα δεν υποστηρίζουν πια ότι η εργατική τάξη είναι μία και μοναδική, ανεξάρτητα από τους επιμέρους κλάδους. Καλύπτουν κατά κύριο λόγο κλαδικές διεκδικήσεις για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους. Θεωρούν ότι με το να ζητάν λίγα έχουν περισσότερες πιθανότητες για να τα πετύχουν και ότι με το να είναι λίγο επιθετικά μπορούν να καλοπιάσουν τον συνομιλητή τους, τα αφεντικά, και ότι αυτό αρκεί για να διατηρήσουν την θέση τους στον κόσμο της εργασίας. Δεν προετοιμάζουν και δεν οργανώνουν πια τους αγώνες, αλλά θεωρούν ότι η ύπαρξή τους είναι συνυφασμένη με τις διαβουλεύσεις με τα αφεντικά και με τους νόμους που προστατεύουν το "συνδικαλιστικό δίκαιο"

Φυσικά είναι μία λανθασμένη θεώρηση γιατί σήμερα είναι λίγοι οι εργαζόμενοι που συμμετέχουν στο συνδικάτο, δηλαδή είναι ενεργά μέλη του, και ακόμη λιγότεροι αυτοί που αφιερώνουν λίγο από τον χρόνο τους για να δώσουν νέα ζωή στα συνδικάτα. Αλλά οι διαβουλεύσεις που αφορούν το συνδικαλιστικό δίκαιο τους κρατούν ζωντανούς και γιαυτό δεν χρειάζονται τα οργανωμένα μέλη.

Ορισμένοι από τους αγωνιστές του συνδικάτου καθώς και οι πολιτικοί εκείνοι που δεν εγκατέλειψαν τις ιδέες τους θεωρούν ότι η κατάσταση αυτή είναι χωρίς επιστροφή πια. Οι αγωνιστές της Lutte Ouvriere γνωρίζουν ότι, στην κοινωνική και πολιτική ζωή, υπάρχουν σκαμπανεβάσματα, μεγάλες περίοδοι όπου η ταξική συνείδηση του συνόλου των εργαζομένων μειώνεται, αλλά υπάρχουν και στιγμές κατά τις οποίες αυξάνεται κατακόρυφα, και όπου οι εργαζόμενοι ξαναβρίσκουν το πνεύμα συντροφικότητας, συνεργασίας, τον δυναμισμό και την ζωντάνια που χαρακτηρίζει τον κόσμο τους.

Κατά το παρελθόν είχαμε σαν παράδειγμα την αλληλεγγύη των ανθρακωρύχων Όταν συνέβαινε ένα ατύχημα στο ορυχείο οι σειρήνες ηχούσαν σε όλες τις εγκαταστάσεις και όλοι οι ανθρακωρύχοι από όλα τα ορυχεία τρέχανε για να βοηθήσουν τους συντρόφους τους, μερικές φορές ρισκάροντας την ζωή τους. Αυτό συνέβαινε στα ορυχεία, συνέβαινε με τους ναυτικούς, συνέβαινε στην βιομηχανία και συμβαίνει ακόμη τώρα στην οικοδομή. Είναι η αλληλεγγύη που μαθαίνεται με την δουλειά. Την αλληλεγγύη αυτή την συντηρούσαν οι πιο συνειδητοί από τους εργαζόμενους που ήταν εντεταγμένοι στα συνδικάτα και στα εργατικά κόμματα.

Αυτή την αλληλεγγύη την βρίσκουμε στους αγώνες, όπου οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν να χάσουν χρήματα και μερικές φορές και την εργασία τους ακόμη γιατί πιστεύουν ακράδαντα ότι αν νικήσουν θα υπάρχει όφελος για όλους.

Κανείς σίγουρα δεν αγωνίζεται για την "πλάκα" του. Για τον κόσμο της εργατιάς αυτό δεν είναι παιχνίδι. Δεν είναι το σπάσιμο μερικών τζαμιών, δεν είναι το μπλόκο του αυτοκινητόδρομου, δεν είναι το κάψιμο μερικών ελαστικών, δεν είναι το πλιάτσικο σε μερικά γραφεία.

Όχι αυτή είναι μία σύγκρουση μεταξύ των αφεντικών και των εργαζομένων. Όταν σταματάμε την δουλειά, καταλαμβάνοντας τις επιχειρήσεις, κτυπάμε τα αφεντικά στο πορτοφόλι τους. Κάθε εργαζόμενος κινδυνεύει να χάσει χρήματα αλλά τα αφεντικά χάνουν περισσότερα όταν οι μισθωτοί σταματάνε να εργάζονται. Ο πλούτος τους προέρχεται από την εργασία, την εργασία των άλλων, και το πορτοφόλι τους είναι πολύ πιο ευαίσθητο από την καρδιά τους.

Οι αγωνιστές της Lutte Ouvriere δουλεύουν για να αναστήσουν τις οργανώσεις αυτές. Αρχικά για να αναδιοργανώσουν μια πολιτική κίνηση και στην συνέχεια δραστηριοποιούνται και μέσα στα συνδικάτα όχι για να κάνουν πολιτικό προσηλυτισμό αλλά να τα καταστήσουν πιο επιθετικά και να τα ωθήσουν στο να προστατεύουν καλλίτερα τα γενικά συμφέροντα των εργαζομένων.

Για αυτούς η συμμετοχή στις εκλογές δεν είναι αυτοσκοπός. Απλώς επωφελούνται από την ελευθερία του λόγου, την λίγη εναπομείνασα δημοκρατία της κοινωνία μας για να εκφρασθούν, για να διαδώσουν τις ιδέες τους, για να τις κάνουν γνωστές, για να προσελκύσουν όσο το δυνατό περισσότερους εργαζόμενους. Για τους λόγους αυτούς οι υποψήφιοι των συνδυασμών μας δεν συντάσσονται με τις ιδέες που ευκαιριακά ακολουθούν οι νέοι. Εάν το έκαναν πιθανώς να κέρδιζαν ψήφους, αλλά θα ήταν σε βάρος όλων όσων θέλουν να προστατεύσουν κατά βάθος. Στηρίζονται μόνο στην ταξική συνείδηση των εργαζομένων. Όταν αυτή μειώνεται η απήχηση της Lutte Ouvriere ελαττώνεται. Οι αγωνιστές της όμως δεν θα ακολουθήσουν τα ρεύματα της μόδας από την στιγμή που οι μόδες αυτές δεν εγγυώνται το μέλλον της κοινωνίας.

Αυτό που προέχει στον κόσμο της εργασίας είναι η δημιουργία ενός κόμματος που θα υπερασπίζεται τα κοινωνικά και προπαντός τα πολιτικά του συμφέροντα και αυτό μπορεί να γίνει. Έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι η εκλογική δημοκρατία είναι μία παγίδα γιατί οι εργαζόμενοι δεν έχουν την δυνατότητα να ακουστούν μέσα σε αυτήν. Αυτοί που έχουν περισσότερες δυνατότητες να ακουστούν, αλλοιώνουν όλες τις ιδέες, τα κοινωνικά δεδομένα, την πραγματικότητα. Όταν ο Nicolas Sarkozy δηλώνει ότι θέλει να αναδιοργανώσει την εργασία, δεν εννοεί την εργασία των μισθωτών. Όχι με το όνομα αυτό θέλει να αποκαταστήσει τα αφεντικά και ειδικά τα μεγάλα. Αρκεί να δει κανείς ποίοι είναι οι προσωπικοί του φίλοι.

Η εξέγερση της νεολαίας και οι αγώνες των εργαζομένων

Σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι αγώνες των εργαζομένων και των μισθωτών είναι σε ύφεση αλλά αντικαταστάθηκαν από τους αγώνες της νεολαίας. Από τους νέους των λαϊκών συνοικιών ή από τους νέους των σχολείων και του πανεπιστημίου.

Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια, διότι παρόλο που οι αγώνες αυτοί είναι ριζοσπαστικοί δεν έχουν όμως καμία δυνατότητα να αλλάξουν την κοινωνία προς το θετικό. Διότι οι κοινωνία δεν αλλάζει με το να κάψεις το αυτοκίνητο του γείτονα, δεν αλλάζει επίσης με το να κάνεις πλιάτσικο στα σχολεία ή το πανεπιστήμιο

Φυσικά οι νέοι που παλεύουν, ήδη από το 2006, ενάντια στο CPE δεν έκαναν μόνο αυτό. Συμμετείχαν μαζικά στις μεγάλες κινητοποιήσεις των εβδομάδων εκείνων και οργάνωσαν συνελεύσεις για να καθοδηγήσουν την κίνησή τους. Δεν μιλούσαν για "διεύθυνση" γιατί αντιμάχονται κάθε είδους αρχή, αλλά για "συντονιστικά όργανα" τα οποία κατηύθυναν κατά κάποιο τρόπο τα κινήματα αλλά δεν στόχευαν στο να αλλάξουν την κοινωνία και προπαντός δεν ενοχλούσαν τα αφεντικά. Ενόχλησαν την κυβέρνηση σε σημείο που την υποχρέωσαν να οπισθοχωρήσει αλλά δεν έριξαν τις βάσεις αλλά ούτε καν τις προϋποθέσεις για την δημιουργία μίας δύναμης ενάντια στην αστική κοινωνία. Οπότε οι αγώνες αυτοί δεν μπορούν να αλλάξουν την κοινωνία. Επιπλέον με το τέλος τους δεν μένει τίποτα γιατί οι πρωταγωνιστές τους μετά από δύο / τρία χρόνια δεν έχουν γύρω τους κανένα με τον οποίο μπορούν να συνδιαλεχθούν.

Όσον αφορά τις διαδηλώσεις, ακόμη και τις πιο εντυπωσιακές, μπορούν μεν να επηρεάσουν τους αγώνες αλλά στην ουσία δεν αλλάζουν τίποτα όταν δεν έχουν μία αποτελεσματική συνέχεια.

Πολλοί νέοι, ενστικτωδώς αριστεροί, παρόλο που αρκετοί από αυτούς είναι ενάντια στο Σοσιαλιστικό ή το Κομουνιστικό κόμμα ή ακόμη και σε κάθε κόμμα γιατί νομίζουν ότι αυτά τους καταδυναστεύουν θεωρούν ότι αρκεί να κατεβούν στο πεζοδρόμιο για να αλλάξουν τα πράγματα. Είναι αυτοί που το 2002 μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων για την Προεδρία διαδήλωναν στην Βαστίλη πριν ψηφίσουν για τον Σιράκ και στην συνέχεια για τον Σαρκοζί και παρόλο που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι κατάφεραν να περιορίσουν ή ακόμη και να σταματήσουν τον φασισμό, ήταν και είναι εκτός πραγματικότητας. Εάν τότε επρόκειτο για πραγματική φασιστική απειλή θα τους είχαν κατακρεουργήσει στην Βαστίλη και πιθανών δεν θα είχαν ούτε την δυνατότητα να ψηφίσουν στον δεύτερο γύρο. Καπούτ.

Αλλά η παιδαριώδης αυτή συμπεριφορά δεν οφείλεται σε έλλειψη εξυπνάδας, απλά εκδηλώνει την έλλειψη εμπειρίας και πολιτικής κουλτούρας. Εμπειρία και κουλτούρα που αποκτώνται μόνο με την συμμετοχή στις δραστηριότητες ενός συνεπούς κόμματος που ασχολείται δραστήρια και αποκλειστικά με την προστασία των πολιτικών και κοινωνικών συμφερόντων του κόσμου της εργασίας, ενός κόμματος που υπερασπίζεται και διατηρεί, μέσα στον λαό, την συνείδηση ότι οι εργαζόμενοι ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη.

Η συμπεριφορά αυτή δεν ενοχλεί τα αφεντικά και ειδικά τα μεγάλα και ισχυρά.

Φυσικά μπορεί να είχε σαν αποτέλεσμα ότι ανάγκασε την κυβέρνηση να αποσύρει ένα νόμο που είχε ήδη ψηφίσει, όπως είναι η περίπτωση του CPE. Αλλά αυτό δεν έχει καμία επίδραση στα αφεντικά. Τους μόνους που μπορεί να ενοχλεί είναι τους πολιτικούς λακέδες του κεφαλαίου, αλλά δεν περιορίζει την οικονομική ισχύ του και δεν αλλάζει καθόλου την κοινωνία αλλά ούτε και τις σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.

Από την άλλη μεριά παραμένει το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι είναι μία πολυπληθής και σταθερή κοινωνική τάξη, παρόλες τις απολύσεις. Σε μία επιχείρηση με περίπου χίλιους μισθωτούς υπάρχουν εκατοντάδες από αυτούς που εργάζονται στην ίδια επιχείρηση για 10, 20, 30 και κάποτε για 40 χρόνια. Εκατοντάδες μισθωτοί που μοιράζονται τις ίδιες εμπειρίες, εκατοντάδες που θα γνωριστούν μεταξύ τους, που θα σφίξουν δεσμούς αλληλεγγύης, και προπαντός εάν μερικοί από αυτούς θελήσουν να αναβιώσουν τα συνδικάτα, ή ακόμη και ένα πολιτικό κόμμα που θα εκφράζει τα πολιτικά συμφέροντα του κόσμου της εργασίας.

Αντιθέτως οι μαθητές είναι περαστικοί από το γυμνάσιο ή το λύκειο, ειδικά εκείνοι που μπορούν να σκέπτονται δηλαδή στην ηλικία των 15 - 18 ετών. Αλλά και οι φοιτητές παραμένουν φοιτητές για λίγα χρόνια. Μετά τα λίγα αυτά χρόνια ένας μικρός αριθμός από αυτούς θα γίνουν γιατροί, δικηγόροι, οικονομικοί ή πολιτικοί ιθύνοντας, σπουδάζοντας Οικονομικές ή Πολιτικές επιστήμες, παρόλο που η μεγάλη πλειοψηφία θα γίνουν μισθωτοί. Θα είναι οι εργαζόμενοι του πνεύματος αλλά όπως και για τους χειρώνακτες εργαζόμενους, η ζωή τους θα εξαρτάται από τον μισθό τους και το μέλλον τους θα είναι στα χέρια των αφεντικών τους. Εάν το διοικητικό συμβούλιο στο Παρίσι το Βερολίνο, την Νέα Υόρκη ή το Τόκιο αποφασίσει ότι, με βάση τις χρηματιστηριακές αποδόσεις, πρέπει να γίνουν απολύσεις θα τους πετάξουν στον δρόμο σαν ένα χαρτομάντιλο παρόλο που είναι και μηχανικοί.

Αυτό έγινε π.χ στην Airbus αλλά και στην Peugeot Citroen όπου υπάρχουν εργάτες αλλά και στελέχη των οποίων οι θέσεις εργασίας θα καταργηθούν. Και εδώ έγκειται η διαφορά μεταξύ της εξέγερσης των νέων και τους αγώνες των εργαζομένων.

Για τον λόγο αυτό οι μαθητές ή οι φοιτητές που θέλουν να συμβάλουν στην αλλαγή της κοινωνίας ενώ είναι ακόμη μαθητές και φοιτητές πρέπει να συνταχθούν με τους εργαζόμενους, να μοιραστούν την κουλτούρα τους, να μεταδώσουν τις πλούσιες ιδέες που έχουν σαν νέοι και να συμβάλουν στην δημιουργία ενός κόμματος της εργασίας. Ένα κόμμα για να αλλάξει η κοινωνία, ένα επαναστατικό κόμμα.

Για τον λόγο αυτό εμείς οι αγωνιστές της Lutte Ouvrière απευθυνόμαστε βασικά στους εργαζόμενους, τόσο στους νέους όσο και στους λιγότερο νέους.

Χαιρετίζουμε τον ενθουσιασμό και τον ριζοσπαστισμό της σχολικής και φοιτητικής νεολαίας. Κατανοούμε τους λόγους τους βίας, ακόμη και της τυφλής, που χαρακτηρίζει την νεολαία των φτωχών γειτονιών παρόλο που δηλώνουμε ότι δεν συμφωνούμε με τις πράξεις τους.

Διότι εμείς, όταν απευθυνόμαστε τόσο στην νεολαία των φτωχών γειτονιών όσο και στην νεολαία των σχολείων ή των πανεπιστημίων, τασσόμαστε με την πολιτική που αποσκοπεί στο να ενδυναμώσει την πολιτική και κοινωνική συνείδηση των εργαζομένων

Είναι αλήθεια ότι η νεολαία των φτωχών γειτονιών είναι άνεργη και οι μαθητές και οι φοιτητές είναι ακόμη εκτός εργασίας. Αλλά ανήκουν όλοι την κοινωνική τάξη των εργαζομένων. Οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι αλλά και οι συνταξιούχοι ανήκουν όλοι τους στην ίδια κοινωνική τάξη, και οι νέοι που ακόμη δεν ανήκουν σε αυτή είναι ήδη μέλη της. Αρχικά μέσω της οικογένειας όπου γεννήθηκαν και ζούν, αλλά και στο προσεχές μέλλον τους παρόλο που αρνούνται να δεχθούν ένα τέτοιο μέλλον.

Μπορούμε να αναρωτηθούμε τι σημαίνει να είσαι σήμερα ένας επαναστάτης σοσιαλιστής ή κομουνιστής.

Το να είσαι επαναστάτης σημαίνει εξ ορισμού ότι θέλεις να αλλάξεις εκ βάθρων την κοινωνία. Δεν πρόκειται για μία επανάσταση στην λογοτεχνία, τις τέχνες ή τα ήθη όπως έγινε το 1968 και τα αμέσως επόμενα χρόνια, αλλά ούτε και για μια "ρήξη" ή για αλλαγή της κοινωνίας όπως λένε, κάνοντας δήθεν τους σοβαρούς, τα πολιτικά στελέχη των μεγάλων κομμάτων συμπεριλαμβανομένων εκείνων της δεξιάς.

Το να είσαι επαναστάτης σημαίνει ότι πολεμάς για μία ριζική αλλαγή όπως εκείνη που έφερε η γαλλική επανάσταση του ΙΗ αιώνα και ακόμη πιο έντονα η ρωσική επανάσταση του 1917 η οποία περιορίστηκε σε ένα μόνο κράτος του οποίου ο πληθυσμός και η οικονομία ήταν κατά το 90% καθυστερημένα και στο σύνολό του το πιο καθυστερημένο της Ευρώπης.

Αυτή η κοινωνική αλλαγή σκοπεύει να καταργήσει την καπιταλιστική οικονομία με όλα της τα παρατράγουδα, τον ιμπεριαλισμό με το σημερινό του προσωπείο τον "φιλελευθερισμό" και την "παγκοσμιοποίηση"

Αυτό σημαίνει την κατάργηση της ιδιοκτησίας των πλουτοκρατών στις μεγάλες μονάδες παραγωγής, στο εμπόριο και τις μεταφορές.

Το κακό δεν είναι ότι οι πλουτοκράτες κατέχουν τα εργαλεία παραγωγής αλλά ότι η λειτουργία τους δεν είναι συνεπής. Είναι συνεπής στο εσωτερικό μιας επιχείρησης αλλά στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων ή και κρατών, η κατανομή και οι ανταλλαγές γίνονται με τρόπο χαώδη. Αυτό γίνεται με την αναζήτηση του όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κέρδους, με την ανταγωνισμό μεταξύ όλων μέσα στην καπιταλιστική αγορά όπου η ρύθμιση των συναλλαγών γίνεται αργά με καταστροφικά σκαμπανεβάσματα. Αποτέλεσμα αυτού είναι μια πελώρια σπατάλη του κοινωνικού προϊόντος και οικονομικές κρίσεις που συχνά είναι καταστροφικές. Οι κρίσεις αυτές έχουν σαν αποτέλεσμα την υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων που περιορίζεται μόνο από τις δικές τους αντιδράσεις. Η καπιταλιστική τάξη, προσκολλημένη στον δικό της τρόπο παραγωγής, κατανομής και ρύθμισης της αγοράς, δεν μπορεί παρά να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τον κόσμο της εργασίας για να επιτύχει όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη.

Στα οικονομικώς ανεπτυγμένα κράτη, οι αντιδράσεις του κόσμου της εργασίας, ενωμένου και ισχυρού, παρόλο που συχνά δεν εκμεταλλεύεται την δύναμή του, περιορίζουν το ύψος της καπιταλιστικής αφαίμαξης του προϊόντος της εργασίας. Αλλά και στα φτωχά κράτη, τα πολύ φτωχά, τα υποανάπτυκτα, όπου το κατά κεφαλή εισόδημα είναι συχνά 100 φορές ή και περισσότερο κάτω του αντίστοιχου των βιομηχανικών κρατών, κράτη όπου η φτώχια είναι απόλυτη, όπου το προσδόκιμο της ζωής είναι το μισό από το δικό μας, όπου η παιδική θνησιμότητα είναι καταστροφική, ο παγκόσμιος καπιταλισμός είναι ακόμη ικανός να παράγει υπεραξίες από την εργασία αυτών των εξαθλιωμένων μαζών. Σίγουρα το κατά κεφαλή εισόδημα είναι κατώτερο από εκείνο των άλλων κρατών αλλά αντισταθμίζεται από τους μεγάλους αριθμούς.

Μια διαφορετική κοινωνία σημαίνει να πάρουμε από τα χέρια των διοικητικών συμβουλίων των μεγάλων εταιριών, αλλά και των άλλων, την οικονομική δύναμη που τους επιτρέπει να ασκούν μια κοινωνική και πολιτική δικτατορία, ανεξάρτητα από τις δημοκρατικές δομές της χώρας, στις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις.

Το να είσαι επαναστάτης σημαίνει να εργάζεσαι για να προετοιμάσεις μια τέτοια κοινωνική αλλαγή, μια τέτοια επανάσταση. Γιαυτό χρειάζονται εργαλεία, κόμματα που να εκφράζουν τις εμπειρίες των λαϊκών τάξεων, την μνήμη των αγώνων τους και από τα οποία θα λαμβάνουν διδάγματα που να μορφώνουν πολιτικά τα μέλη τους. Πρέπει λοιπόν να δημιουργηθεί τουλάχιστον ένα τέτοιο κόμμα η προβολή και η δραστηριότητα του οποίου στην εργατική τάξη θα αποσκοπεί στο να προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερους εργαζόμενους, νέους ή και λιγότερο νέους, που θα οργανωθούν όλοι μαζί έχοντας τον ίδιο κοινό σκοπό.

Η επικράτηση της οικονομικής δικτατορίας της αστικής τάξης στην κοινωνία, ή η λαϊκή δημοκρατία χωρίς την εξουσία της αστικής τάξης.

Όμως οι πρωταγωνιστές αυτής της κοινωνικής αλλαγής αλλά κυρίως του κοινωνικού και πολιτικού καθεστώτος που θα προέκυπτε, δεν μπορεί παρά να είναι οι μισθωτοί εργαζόμενοι. Διότι για να καταπολεμηθεί η οικονομική δικτατορία της αστικής τάξης πρέπει ένας μεγάλος αριθμός από όλους όσους θέλουν την αλλαγή αυτή, την επανάσταση αυτή, να έχουν ενεργό μέρος στις αποφάσεις και στις δραστηριότητες.

Γιατί όμως οι μισθωτοί εργαζόμενοι και όχι οι άλλες κοινωνικές ομάδες που συχνά και αυτές καταπιέζονται από το ίδιο οικονομικό σύστημα χωρίς να το συνειδητοποιούν ?

Είναι η περίπτωση των βιοτεχνών, των μικρών επιχειρηματιών, των διανοουμένων και πολλών άλλων ακόμη που παρόλο ότι διαθέτουν μία κάποια οικονομική άνεση σε σχέση με τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους, ζουν σε μία απάνθρωπη κοινωνία που λίγο ενδιαφέρεται για την ανθρώπινη και πνευματική βελτίωση ακόμη και αυτών των ίδιων.

Οι μισθωτοί εργαζόμενοι είναι η κοινωνική ομάδα με την μεγαλύτερη πληθυσμιακή παρουσίαση στους χώρους εργασίας καθώς συναντώνται εκεί καθημερινά κατά εκατοντάδες ή και κατά χιλιάδες.

Μπορούν λοιπόν καθημερινά να συγκεντρώνονται, να αποφασίζουν, να συζητούν δημοκρατικά χωρίς να έχουν ανάγκη τους πολιτικούς υπεύθυνους οι οποίοι είναι μακριά. Ακόμη και όταν πρέπει να αναθέσουν την εκπροσώπηση τους, γεγονός αναγκαίο σε μία μεγάλη χώρα, έχουν τα μέσα για να ελέγξουν τους εκπροσώπους, ακόμη και να τους αναγκάσουν να ενεργούν προς το συμφέρον του λαού.

Αυτός είναι ο κομμουνισμός, αυτή είναι η λαϊκή δημοκρατία που μπορεί να αντιταχθεί στην δικτατορία του κεφαλαίου.

Θέλοντας να προκαλέσουμε ή και μόνο για προπαγανδιστικούς σκοπούς μπορούμε να πούμε, όπως έκανε και ο Μάρξ, ότι και αυτό θα είναι μια δικτατορία. Αλλά μία λαϊκή δικτατορία που ασκεί η απόλυτη πλειοψηφία, η τάξη των εργαζομένων, ενάντια σε μία μικρή μειοψηφία, την αστική τάξη, η οποία (πλειοψηφία) θα ενεργεί μόνο για τα συμφέροντα του λαού.

Για τους λόγους αυτούς οι επαναστάτες σοσιαλιστές και κομμουνιστές, του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, μπορούν να υπολογίζουν μόνο στους εργαζόμενους για να αλλάξουν τις οικονομικές βάσεις της κοινωνίας και για να εγκαθιδρύσουν ένα καθεστώς δημοκρατικής διακυβέρνησης, μίας κυβέρνησης που σιγά σιγά θα αφομοιωθεί με την σχεδόν ολότητα του λαού και θα εξαπλώνεται όσο θα εκλείπουν οι αγώνες μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευομένων.

Οι επιλογές που προτείνουμε στην νεολαία

Αυτό είναι να είσαι επαναστάτης, εχθές όπως και σήμερα, και γιαυτό στους επαναστάτες δεν αρκεί να έχουν την στήριξη από την εξέγερση ή και από τους αγώνες της νεολαίας, παρόλο που η νεολαία θα έχει ένα μεγάλο ρόλο στην επανάσταση.

Για τους λόγους αυτούς προσπαθούμε να διαδώσουμε στους νέους τις ιδέες που διαδίδουμε στον κόσμο της εργασίας. Δεν θέλουμε να εναρμονίσουμε τα βήματά μας με τις ενέργειές τους, αλλά ούτε και να ακολουθήσουμε τις καθημερινές τους ανησυχίες ή τους δρόμους όπου ξεσπούν τον ριζοσπαστισμό τους.

Εμείς δεν θα συμφωνήσουμε με όλους όσους πήγαν το 2002 να διαδηλώσουν στην Βαστίλη νομίζοντας ότι έτσι εμπόδιζαν τον Λεπέν και τον φασισμό και δεν συμφωνούμε με όλους όσους ψήφισαν ή προπαγάνδιζαν τότε υπέρ του Σιράκ. Δεν συμφωνούμε και δεν θα συμφωνήσουμε με όσους οργάνωσαν διασπαστικές διαδηλώσεις ενάντια στην εκλογή του Σαρκοζί. Έπρεπε να είχαμε δράσει νωρίτερα για να αλλάξουμε τα πράγματα και όχι μετά τις εκλογές.

Η εκλογή του Σαρκοζί δεν είναι μια πολιτική καταστροφή. Το να την αντιμετωπίζουμε σήμερα όπως εχθές αντιμετωπίζαμε την εκλογή του Λεπέν είναι ο χειρότερος τρόπος για να πολεμηθεί η καταπίεση των ισχυρών του χρήματος που πολιτικώς εκπροσωπεί ο Σαρκοζί.

Ο Λεπέν δεν ήταν ο φασισμός προ των θυρών. Ο Σαρκοζί δεν είναι ο φασισμός στο προεδρικό μέγαρο. Αυτός είναι απλά ένας δεξιός, τίποτα περισσότερο του Σιράκ, του Τζισκάρντ, του Πομπιντού ή του Ντεγκόλ, και τίποτα λιγότερο του Μιττεράντ πού ήταν ένας ψεύτικος αριστερός που ερωτοτροπούσε με την κυβέρνηση του Πετέν, εφάρμοσε την καταπίεση στην Αλγερία, καταδίκασε σε θάνατο αγωνιστές του FLN ή γάλλους αγωνιστές που ήταν με τους Αλγερινούς.

Δεν πρέπει να βλέπουμε καταστροφικά το παρόν και το μέλλον.

Δεν θα πούμε στην νεολαία ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ένα νέο και καταστροφικό φαινόμενο. Αυτή υπάρχει, υπό την χειρότερη μορφή της, πάνω από ένα αιώνα. Όλοι όσοι συντάσσονται κάτω από την σημαία του αγώνα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και τον φιλελευθερισμό δεν μπορεί παρά να θέλουν την επιστροφή της εποχής με τα οικονομικά σύνορα κλειστά και τους τελωνειακούς δασμούς που θα είχε σαν επακόλουθο την αύξηση της τιμής των προϊόντων στην εσωτερική αγορά.

Η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι μία επιβεβαιωμένη καταστροφή όμως η καπιταλιστική κοινωνία δημιουργεί σήμερα καταστροφές εξ ίσου σοβαρές. Ενάντια σε αυτές θα πρέπει να παλέψουμε και όχι απλά να προσπαθήσουμε να πείσουμε τους πολιτικούς και οικονομικούς ιθύνοντες του πλανήτη ότι πρέπει να είναι πιο συνετοί ή να πείσουμε τον κόσμο να κυκλοφορεί με ποδήλατο και όχι με το αυτοκίνητο.

Στις μέρες μας δισεκατομμύρια κατοίκων της γης το μόνο μεταφορικό μέσο που διαθέτουν είναι τα πόδια τους γιατί δεν έχουν ούτε συγκοινωνίες αλλά ούτε και ατομικά μεταφορικά μέσα με αποτέλεσμα να υποχρεούνται να διανύουν δεκάδες χιλιόμετρα με τα πόδια την ημέρα. Στο σημείο αυτό πρέπει να επικεντρωθεί η προσοχή μας ώστε να προσπαθήσουμε το αλλάξουμε την κατάσταση αυτή.

Και για αυτό χρειάζονται τα κατάλληλα εργαλεία. Και το πρώτο εργαλείο, το είπαμε ήδη, είναι ένα ισχυρό πολιτικό κόμμα που θα υπερασπίζεται τα πολιτικά δικαιώματα του κόσμου της εργασίας γιατί μόνο ο κόσμος της εργασίας διαθέτει τον αριθμό, την δύναμη και τον κοινωνικό ρόλο που είναι αναγκαία για να αλλάξει η κοινωνία τόσο σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο όσο και οικολογικό ώστε να γίνει μία πραγματική δημοκρατία.

Είναι γνωστό ότι κατεβαίνουμε στις εκλογές αλλά, όπως προείπαμε, το κάνουμε για να υπερασπίσουμε τις ιδέες αυτές και όχι για ίδιο όφελος. Ότι κάνουμε το κάνουμε για τις ιδέες μας.

Τα εκλογικά μας συνθήματα εκφράζουν διεκδικήσεις που θέλουμε να εκλαϊκεύσουμε ώστε αυτές να είναι ο κορμός των μελλοντικών αγώνων και ειδικά των πιο σημαντικών. Εξάλλου το κύριο χαρακτηριστικό των βασικών αγώνων των εργαζομένων είναι ότι στοχεύουν την αστική τάξη και τα αφεντικά μπλοκάροντας την οικονομία και φυσικά τα κέρδη τους.

Το σημείο αυτό είναι το δυνατό μας σημείο. Είναι η στιγμή όπου μπορούμε να επιβάλουμε στους αστούς τις βασικές μας διεκδικήσεις.

Όταν παρουσιάζουμε οικονομικές διεκδικήσεις που έχουν να κάνουν με την κοινωνική κατάσταση της εργατικής τάξης, όπως π.χ την στήριξη του εισοδήματος, τόσο για τους χαμηλόμισθους όσο και για τους υπόλοιπους, την διακοπή κάθε επιδότησης στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις και την διάθεση των ποσών αυτών για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στις δημόσιες επιχειρήσεις, ή την αύξηση της φορολογίας στα κέρδη των επιχειρήσεων για την κατασκευή εργατικών κατοικιών η έλλειψη των οποίων είναι φανερή, έχουμε σαν κύριο μέλημα στο πρόγραμμά μας οι εργαζόμενοι, οι οργανώσεις τους και ο λαός να ελέγχουν τις οικονομικές καταστάσεις και τα σχέδια όλων των μεγάλων επιχειρήσεων καθώς και των μικρότερων που εξαρτώνται από αυτές.

Αυτό δεν είναι ένα επαναστατικό πρόγραμμα αλλά βασικές διεκδικήσεις μέσα σε ένα γενικευμένο αγώνα που θα επιφέρει μια σημαντική αλλαγή στις κοινωνικές ή και στις πολιτικές σχέσεις μεταξύ των εργαζομένων και της αστικής τάξης. Μπορεί να είναι ακόμη το διάμεσο σημείο μεταξύ ενός προγράμματος καθαρά διεκδικητικού και ενός προγράμματος που θα οδηγήσει σε μια επαναστατική κρίση.

Αντιθέτως δεν θα ακολουθήσουμε την πεπατημένη που ακολουθεί η νεολαία ή ένα μέρος των εργαζομένων που υπερασπίζεται απροσδιόριστους ή μη σημαντικούς στόχους όπως είναι η τριτοκοσμική αντίληψη, η οικολογία, ένας απροσδιόριστος αντικαπιταλισμός μόνο και μόνο για την άγρα ψήφων. Η συλλογή ψήφων δεν είναι αυτοσκοπός. Εξάλλου ακόμη και εάν εκλεγούμε δεν θα μπορέσουμε να αλλάξουμε τίποτα στην κοινωνία χωρίς την υποστήριξη ενός ισχυρού μαζικού κινήματος που θα συγκεντρώνει την πλειοψηφία των εργαζομένων.

Για τους λόγους αυτούς, εμείς οι αγωνιστές της Lutte Ouvriere, απευθυνόμαστε κατά κύριο λόγο στους εργαζόμενους και σε εκείνους, νέους ή και λιγότερο νέους, που αύριο θα είναι και αυτοί εργαζόμενοι.